δρακοντίασις

δρακοντίασις
δρακοντίασις
guinea-worm disease
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • -ίαση — (ΑΜ ίασις) κατάλ. πολλών θηλ. ουσ. τής Ελληνικής που αποτελεί επηυξημένη μορφή τής κατάλ. σιc και προήλθε με απόσπαση τού ια τών ρ. σε ιάω, ιώ πρβλ. βουλιμ ία σις < βουλιμ ιά ω, ιώ, δειλ ία σις < δειλ ιά ω, ιώ, μειδ ία σις < μειδ ιά ω,… …   Dictionary of Greek

  • δρακοντίαση — η (Α δρακοντίασις) ιατρ. δερματική πάθηση που προκαλείται από την ανάπτυξη στον οργανισμό τού νηματώδους σκώληκα δρακόντιο* τής Μεδίνης ή φιλάρια τής Μεδίνης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”